μεταλλοχημεία

μεταλλοχημεία
η
χημ. κλάδος τής χημείας που αναφέρεται στη μελέτη τών μετάλλων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μεταλλοχημεία — η ο κλάδος της χημείας που εξετάζει τα μέταλλα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μέταλλο — Όρος ενδεικτικός για ορισμένα στοιχεία που παρουσιάζουν ιδιαίτερα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά. Τα μέταλλα στη συνηθισμένη θερμοκρασία είναι στερεά, με μόνη εξαίρεση τον υδράργυρο, που είναι υγρό. Το χρώμα τους, όταν βρίσκονται σε συμπαγή… …   Dictionary of Greek

  • μεταλλοχημικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μεταλλοχημεία …   Dictionary of Greek

  • μεταλλοχημικός — ή, ό ο σχετικός με τη μεταλλοχημεία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”